ἐπέστεφε

ἐπέστεφε
ἐπιστέφω
filled
imperf ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • σίμη — και σίμα, η, Ν αρχαιολ. διακοσμητική ταινία με ανάγλυφα ή γραπτά φυτικά μοτίβα η οποία επέστεφε τους τοίχους ή την οροφή κτηρίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. sima «ανώτατο μέρος τού δωρ. γείσου»] …   Dictionary of Greek

  • δωρικός ρυθμός — Ο αρχαιότερος από τους τρεις ρυθμούς της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής· οι άλλοι δύο είναι ο ιωνικός και o κορινθιακός. Πήρε την ονομασία του από τους Δωριείς και διαμορφώθηκε στην Ελλάδα και στις ελληνικές αποικίες της νότιας Ιταλίας και της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”